Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 2013

Οι φασιστικές οργανώσεις στην Ελλάδα στον μεσοπόλεμο και την κατοχή

ΜΕΡΟΣ Γ΄ (τελευταίο)


ΔΡΑΣΗ ΜΕΧΡΙ ΤΗ ΣΛΟΒΕΝΙΑ

Ο πόλεμος όμως πλησίαζε στο τέλος του. Τον Αύγουστο του 1944 η Ρουμανία και η Βουλγαρία συνθηκολόγησαν και ο Ρωσικός Στρατός απείλησε να εγκλωβίσει τις δυνάμεις των Γερμανών στην Ελλάδα. Η ομάδα Στρατιών του στρατηγού Λερ έλαβε τη διαταγή οπισθοχώρησης και εκκένωσης του ελλαδικού χώρου εκτός από την Κρήτη, η οποία ανακηρύχθηκε σε Festung (φρούριο-οχυρό).

Για τον Πούλο και τους άντρες του απέμεινε μόνο η "ασφάλεια" της Κεντρικής Ευρώπης. Ο "Εθνικός Στρατός" μαζί με πολλούς άλλους δοσίλογους μετακινήθηκαν στα τέλη Οκτωβρίου προς Βορρά. Στη Σλοβενία, έξω από τη Λουμπλιάνα, ο Πούλος σχημάτισε ένα εθελοντικό ελληνικό τάγμα αστυνομίας υπό γερμανική διοίκηση. Μέσα από βουνά γεμάτα παρτιζάνους και αντιμέτωπη με έναν εχθρικό πληθυσμό η μονάδα αυτή πολέμησε με φανατισμό στο πλευρό των Γερμανών ως τις αρχές Απριλίου του 1945.

Όταν οι "Πουλικοί" αρνήθηκαν να κινηθούν εναντίον αμερικανικών δυνάμεων στην Αυστρία, ο Πούλος διατάχθηκε από την "εξόριστη" ελληνική κυβέρνηση του Κίτσμπυλ να παρουσιαστεί μπροστά στον πρόεδρο Τσιρονίκο για να απολογηθεί. Στο Κίτσμπυλ οι Έλληνες φυγάδες μετρούσαν τις τελευταίες ημέρες ύπαρξης τους ως "κυβέρνηση".

Λίγο αργότερα ο Πούλος συνελήφθη από τους Αμερικανούς και μεταφέρθηκε σε ένα συμμαχικό στρατόπεδο κοντά στη Στουτγάρδη (Κόρβεσχαϊμ), μαζί με τα δυο του παιδιά, Αθηνά και Δημήτρη, και τη σύζυγο του, Μαστιχούλα Πούλου. Ενώ ήταν κρατούμενος, έγραψε μια επιστολή στην ελληνική κυβέρνηση και δήλωνε πως ο ίδιος και οι άνδρες του ήταν πρόθυμοι να πολεμήσουν στο "πλευρό του Εθνικού Στρατού εναντίον της κομμουνιστικής ανταρσίας". Τα εγκλήματα όμως και η δράση των "Πουλικών" είχαν προκαλέσει τέτοια αγανάκτηση στην ελληνική κοινωνία, ώστε ο Πούλος μεταφέρθηκε και προφυλακίσθηκε στη Θεσσαλονίκη και αργότερα στις φυλακές της Καλλιθέας.

Σημειώνεται ότι μαζί με τον Εθνικό Στρατό του Πούλου υπήρχαν και μερικές εκατοντάδες άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας και των Εθελοντικών Σχηματισμών (Freiwilligen Formationen - FF). Ο αρχηγός της αστυνομίας και διοικητής των SS Hermann Franz, εντυπωσιασμένος από τη δράση τους κατά τη διάρκεια της γερμανικής σύμπτυξης από τα Βαλκάνια (Οκτώβριος - Νοέμβριος 1944), δήλωσε μετά τον πόλεμο: "Η παρουσία των Ελλήνων εθελοντών ήταν πολύ σημαντική για μας, επειδή κάλυψαν με απόλυτη επιτυχία την οπισθοχώρηση των καταπονημένων μονάδων της Wehrmacht, αντιμετωπίζοντας συχνό υπέρτερες εχθρικές δυνάμεις". Οι άνδρες των FF χρησιμοποιήθηκαν για τελευταία φορά στη Βαυαρία τον Απρίλιο του 1945, σε καθήκοντα βοηθητικής αστυνομίας.

Τον Μάιο του 1947 (22/5/47) άρχισε στο Διαρκές Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης η δίκη του Γ. Πούλου και των συνεργατών του. Πρόεδρος του δικαστηρίου ορίστηκε ο υποστράτηγος Χατζητζανής και δημόσιος κατήγορος ο συνταγματάρχης της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης Μπασιάκος. Κατηγορούμενοι ήταν οι: Γ. Πούλος, Μαστιχούλα Πούλου, Αν. Καναβάτζογλου, Αρ. Ζαρταλούδης, Ν. Πανταζής (μηχανοδηγός), Θ. Λαζαρίδης (συνταξιούχος χωροφύλακας), Π. Θεοδωρίδης, Διογ. Καρακάσογλου (υπάλληλος Αμερικανικής Εταιρίας), Ηλίας Συκαμιώτης (ταγματάρχης ε.α.), Χρ. Σάββας (γεωργός), Γ. Σαπουνάς, Ν. Βουδούρης, I. Πετρακάκος, Χρ. Καμπεριάδης και Αρ. Βλαχάκης.

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο οι παραπάνω "από κοινού συμφέροντος κινούμενοι συναπεφάσι-σαν την εκτέλεσιν της επομένης αξιοποίνου πράξεως εν Θεσσαλονίκη και αλλαχού κατά το από του έτους 1943 μέχρι Νοεμβρίου 1944. Ήτοι γενομένης προς αυτούς προσκλήσεως παρά της Γερμανικής Υπηρεσίας Αντικατασκοπείας (του Δικτύου Βορ. Ελλάδος) και των Φρανς και Βίλιτς επί σκοπώ κατασκοπείας και επί αμοιβή παρέχωαιν εις αυτούς μυστικός πληροφορίας αφορώσας την άμυναν της χώρας και την εξωτερικήν ασφάλειαν αυτής..."(εφημερίδα "Φως" της Θεσσαλονίκης, 22/5/47).

Στην κατάμεστη από περίεργους και ενδιαφερόμενους αίθουσα του δικαστηρίου κατέθεσαν ως μάρτυρες κατηγορίας οι Μαντούβαλος, Χρυσοχόου, Θ. Αυγέρης, I. Καραγιάννης κ.ά. Την υπεράσπιση των κατηγορουμένων ανέλαβαν οι δικηγόροι Κανναβός, Τσίτσουρας, Μακρής, Αρ. Νικολαΐδης, Πετμεζάς, Πετραλιάς, Πέιος και Μαγιάκος. Ως μάρτυρες υπεράσπισης παρουσιάσθηκαν οι Ε. Τήκος, Β. Ατμαζάνης, Αθηναϊλίδης και Π. Σαββίδης από την περιφέρεια Πτολεμαΐδας και κατέθεσαν ότι ο Πούλος τους βοήθησε να σωθούν από τους Βουλγάρους. Κατά την απολογία του ο δοσίλογος συνταγματάρχης δήλωσε (29/5/47) ότι η κίνηση του δημιουργήθηκε για να αντιπαλέψει την τρομοκρατία του ΕΑΜ και δικαιολογήθηκε λέγοντας ότι οι άνδρες του "επειδή δεν υπήρχαν ελληνικές στρατιωτικές στολές... έφεραν γερμανικές με ελληνικά σήματα".

Συνεχίζοντας παραδέχθηκε: "...όπλα βεβαίως επήραμε από τους Γερμανούς, όπως θα μπορούσαμε να πάρουμε και από τον χειρότερον εχθρόν μας, μιας και θα τα χρησιμοποιούσαμε εναντίον των Βουλγάρων και των κομουνιστών...". Τελειώνοντας ανέφερε πως το σώμα των "πραιτοριανών του" εγκαταστάθηκε την άνοιξη του 1944 στην Πτολεμαΐδα για να δράσει εναντίον των Βουλγάρων. Αργότερα, τον Σεπτέμβριο, προωθήθηκε από τη βάση του (Κρύα Βρύση) στη Χαλκηδόνα για να φύγει οδικώς για τη Γερμανία (εφημερίδα "Φως", 30/5/1947).

Σε ερώτηση του βασιλικού επιτρόπου γιατί δεν βοήθησε στην κίνηση του Χρυσοχόου (στη συλλογή πληροφοριών για την αντιμετώπιση της ξενοκίνητης προπαγάνδας), ο Πούλος απάντησε ότι δεν είχε τη δυνατότητα να το κάνει επειδή "θα έχανε την εμπιστοσύνη των Γερμανών και δεν θα μπορούσε να ολοκληρώσει το πατριωτικό του πρόγραμμα". Στο τέλος ο Πούλος δεν κατάφερε να αποφύγει τη Νέμεση και οδηγήθηκε στο εκτελεστικό απόσπασμα.

Η ΔΡΑΣΗ ΤΩΝ "ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ" ΔΟΣΙΛΟΓΩΝ

Κατά τη διάρκεια της Κατοχής η Gestapo εκτός από τους γνωστούς γερμανόφιλους συνεργάστηκε και με επώνυμους κομμουνιστές και "δηλωσίες", οι οποίοι με την είσοδο των Γερμανών φόρεσαν τον μανδύα του εθνικοσοσιαλιστή ή υιοθέτησαν την ιδεολογία αυτή. Δύο από τις πιο γνωστές περιπτώσεις αφορούν τις δραστηριότητες του Μανώλη Μανωλέα και του Μιχάλη Τυρίμου, πρώην βουλευτών του ΚΚΕ.

Ο Μανώλης Μανωλέας καταγόταν από την Καρδαμύλη και το πραγματικό του όνομα ήταν Αντώνης Κρητικός. Από πολύ νωρίς μυήθηκε στην κομμουνιστική θεωρία και σε σύντομο χρονικό διάστημα έδειξε στο κόμμα τη "σοβαρή" και "πειθαρχημένη" δράση του. Το 1925 έγινε πρόεδρος των ναυπηγοξυλουργών Καλαμάτας, στη συνέχεια γενικός γραμματέας του Εργατικού Κέντρου Γυθείου (1926 - 1927) και το 1929 άρχισε η κυρίως κομματική του δραστηριότητα στον Πειραιά.

Πρωτοστάτησε σε απεργίες και συλλαλητήρια, ενώ συγκρούστηκε πολλές φορές με την Αστυνομία και έδωσε δυναμικά μάχες στους δρόμους με μέλη εθνικιστικών οργανώσεων. Το 1932 εξελέγη βουλευτής Πειραιά με μεγάλη διαφορά ψήφων. Τον Αύγουστο του 1933 έφυγε μαζί με μια ομάδα άλλων κομμουνιστών για τη Σοβιετική Ένωση, όπου παρακολούθησε σεμινάρια, στην περίφημη Κομματική Σχολή της ΚΟΥΤΒ, πάνω σε θέματα τακτικής προσηλυτισμού και θεωρητικής κατάρτισης. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, τον Οκτώβριο του 1935, είχε πλέον πεισθεί ότι ο κομμουνισμός της Σοβιετικής Ένωσης δεν είχε καμία σχέση με εκείνον που ο ίδιος οραματιζόταν και αγωνιζόταν να εγκαταστήσει.

Στις εκλογές του Ιανουαρίου του 1936 εξελέγη εκ νέου βουλευτής με το ΚΚΕ από τον λαό του Πειραιά. Ήταν τόσο αγαπητός στα εκεί κομματικά στελέχη, ώστε δημιουργήθηκε νεολαία που έφερε το όνομα του: οι "Μανώληδες". Οι "Μανώληδες" του Πειραιά ξεπέρασαν τους χίλιους και αποτελούσαν τα πιο δυναμικά μέλη του κομματικού μηχανισμού της περιοχής. Κατά το πρότυπο των "Μανώληδων" δημιουργήθηκαν τη δεκαετία του '60 οι "Λαμπράκηδες". Ο Μανωλέας τέθηκε επικεφαλής, ως βουλευτής, μιας πορείας εκατοντάδων απεργών και μαθητών γυμνασίου και αντιμετώπισε την Αστυνομία. Συνελήφθη από αστυνομικούς και κλείστηκε στις φυλακές.

Κατά τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου εκτοπίσθηκε κατά σειρά στην Ανάφη, στην Αίγινα και στην Κέρκυρα, όπου παρέμεινε φυλακισμένος μαζί με τον Ν. Ζαχαριάδη, τότε ηγέτη του ΚΚΕ. Στις φυλακές της Κέρκυρας διαφώνησε έντονα με τον Ζαχαριάδη και συγκρούστηκε μαζί του καθώς θεωρούσε πως οι θέσεις του κόμματος απέναντι σε ζητήματα όπως το Μακεδονικό ή η Εκστρατεία της Μικράς Ασίας λανθασμένες, με αποτέλεσμα να καθορίζουν πενιχρά αποτελέσματα του ΚΚΕ στις βουλευτικές εκλογές.

Η διαφωνία του με τον Ζαχαριάδη του στοίχισε τη διαγραφή του από το κόμμα. Ακολούθησε η γραφή δήλωσης αποκήρυξης του κομμουνισμού η ένταξη του στην ΕΟΝ. Με εντολή του δαιμόνιου Μανιαδάκη συμμετείχε στη λεγόμενη Προσωρινή Διοίκηση του ΚΚΕ μαζί με άλλα αξιόλογα κομματικά στελέχη, όπως ο Μάθεσης, ο Μιχελίδης, ο Μίτλας, ο Μιχ. Τυρίμος, κ.ά. Όλοι μαζί εξέδωσαν δικό τους «Ριζοσπάστη» και έφεραν τέτοια αναστάτωση στο κομμουνιστικό κίνημα ώστε ο Ιωαννίδης, γεν. γραμματέας του ΚΚΕ κατά την Κατοχή, είπε ότι ο Μανιαδάκης με την Προσωρινή Διοίκηση τους "χάλασε μέσα σε δύο χρόνια όσα αυτοί είχαν καταφέρει τόσο καιρό με κόπο και επίμονη κομματική εργασία".

Ο Μανωλέας και τα άλλα στελέχη έδιναν διαλέξεις στα αμφιθέατρα των Πανεπιστημιακών Σχολών και παρείχαν την κομματική τους εμπειρία στην Ασφάλεια. Η Κατοχή βρήκε τον Μανωλέα άνεργο και τελείως αποκομμένο από τους πρώην "φίλους" του. Αναγκάστηκε να εργασθεί ως μάγειρος σε κάποιο εργοστάσιο μέχρι το 1943. Η ήττα της 6ης Στρατιάς Γερμανών στο Στάλινγκραντ αποτέλεσε τον σπινθήρα για το ξεκίνημα της νέας του στράτευσης. Για τον Μανωλέα ο κίνδυνος "σοβιετικοποίησης" της Ευρώπης ήταν τότε περισσότερο ορατός παρά ποτέ. Ο ίδιος προσέφερε τις υπηρεσίες του στο κατοχικό ραδιόφωνο και στο Γραφείο Τύπου της γερμανικής πρεσβείας. Η γνωστή Σίτσα Καραϊσκάκη συντόνιζε την παρουσίαση των κειμένων και των λόγων Μανωλέα.

Τα περισσότερα άρθρα του Μανωλέα δημοσιεύθηκαν στις αθηναϊκές εφημερίδες τον Απρίλιο του 1943 με τον γενικό τίτλο: "Το αληθινό πρόσωπο του κομμουνισμού". Μια δεύτερη σειρά άρθρων άρχισε να δημοσιεύεται στις 23 Μαΐου και διήρκεσε ως τις 30 Μαΐου 1943 έχοντας τον γενικό τίτλο "Ελλάς ξύπνα!" και υπότιτλο "του πρώην βουλευτού του κομμουνιστικού κόμματος κ. Μανώλη Μανωλέα". Οι αποκαλύψεις του Μανωλέα για τη Γ' Διεθνή, τις οργανώσεις της ΕΠΟΝ και του ΕΑΜ, προκάλεσε τότε ζωηρή εντύπωση στο αναγνωστικό κοινό με αποτέλεσμα το όνομα του να μπει στη "μαύρη" λίστα της ΟΠΛΑ.

Το τέλος της πολυτάραχης ζωής του είχε προδιαγραφεί. Τον Ιανουάριο του 1944 δύο εκτελεστές της ΟΠΛΑ με υποπολυβόλα Sten κρυμμένα μέσα στις καμπαρντίνες τους ανέβηκαν σε ένα τραμ στην οδό Θησέως στην Καλλιθέα. Ο Μανωλέας ήταν ένας από τους επιβάτες. Αφού τον αιφνιδίασαν, τον οδήγησαν με τη βία έξω. Μέσα στο χειμωνιά πρωινό ακούστηκαν δύο πυροβολισμοί και ο Μανωλέας έπεσε στον δρόμο. 

Ο Μανωλέας δεν ήταν ο μόνος κομμουνιστής βουλευτής που εκδηλώθηκε ανοικτά υπέρ των Γερμανών. Περισσότερο δραστήριος ίσως και ευφυής αποδείχθηκε ο υπ' αριθμόν δύο στην κομματική ιεραρχία μετά τον Ζαχαριάδη, βουλευτής Λέσβου του ΚΚΕ (1936) Μιχάλης Τυρίμος. Ο Τυρίμος, αφού έκανε τη γνωστή "δήλωση", απελευθερώθηκε από τις φυλακές της Κέρκυρας όπου εκρατείτο και ήλθε σε επαφή με τον Μανιαδάκη. Κατ' εντολήν του τελευταίου ανέλαβε την ηγεσία του ΚΚΕ, αφού ο Ζαχαριάδης ήταν φυλακισμένος. Η ιστορία της Προσωρινής Διοίκησης είναι λίγο πολύ γνωστή. Το ξεκαθάρισμα μεταξύ της Παλαιάς και της Προσωρινής Διοίκησης έγινε μόνο τους πρώτους μήνες της Κατοχής, όταν τα περισσότερα φυλακισμένα ή εξορισμένα στελέχη του ΚΚΕ απελευθερώθηκαν ή δραπέτευσαν.

Το καλοκαίρι του 1941 ο Τυρίμος εγκατέλειψε την "ηγεσία" του ΚΚΕ και ανέλαβε καθήκοντα υπαρχηγού στο νεοσύστατο Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα του Γεωργίου Μερκούρη. Εκεί μαζί με τους Αλεξ. Γιάνναρο και Μ. Μανωλέα επεδίωξαν να προσεγγίσουν την εργατοϋπαλληλική τάξη με σκοπό την αύξηση των μελών του κόμματος. Εκτός από την πλαισίωση των δύο γνωστών παραγόντων (Α. Κονδάκης και Παντελόγλου), η προσπάθεια αυτή έπεσε στο κενό. Ο Τυρίμος μαζί με τον Γιάνναρο κατηγορήθηκαν προς το τέλος της Κατοχής για την "απογύμνωσιν" της Εφορίας Υλικού Πολέμου, αλλά και για ύποπτες συναλλαγές με μαυραγορίτες.
Σταδιακά ο Τυρίμος απομονώθηκε από τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους και έπεσε σε δυσμένεια. Η επιθυμία του να βρει λαϊκό έρεισμα και να αποτελέσει ο ίδιος μια περίπτωση Ζακ Ντοριό (ηγετικό στέλεχος του γαλλικού ΚΚ πριν από τον πόλεμο, που στην πορεία το εγκατέλειψε και συνεργάστηκε με τους Γερμανούς πολεμώντας ως εθελοντής στο Ανατολικό Μέτωπο), δεν βρήκε ανταπόκριση. Μερικές ημέρες μετά την Απελευθέρωση έπεσε στα χέρια της ΟΠΛΑ και εκτελέστηκε κατά τα Δεκεμβριανά. Ο Τυρίμος πλήρωσε με τη ζωή του για τον ρόλο που διαδραμάτισε στη συγκρότηση των Ταγμάτων Ασφαλείας στην Εύβοια, αλλά και για τη γενικότερη δράση του απέναντι στους πρώην "συντρόφους" του.





Από το βιβλίο: " Η μαύρη σκιά στην Ελλάδα" του Ιάκωβου Χονδροματίδη. Έκδοση του περιοδικού Στρατιωτική Ιστορία των εκδόσεων Περισκόπιο. Κυκλοφόρησε το 2001


Καρλ Μαρξ

«Ο κομμουνισμός δεν είναι για μας μια κατάσταση πραγμάτων που πρόκειται να εγκαθιδρυθεί, ένα ιδανικό προς το οποίο πρέπει να προσαρμοστεί η πραγματικότητα. Ονομάζουμε κομμουνισμό την πραγματική κίνηση που καταργεί την παρούσα κατάσταση πραγμάτων».