Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ξεμασκαρεύεται...
Από τα περί της «εθνικοποίησης» των τραπεζών και τις «καταγγελίες» για τα κρατικά πακέτα ενίσχυσης και από τις θέσεις για τη «σεισάχθεια» στα «κόκκινα» δάνεια, μέσα από μια διαδικασία αλλεπάλληλων αναπροσαρμογών και αναδιπλώσεων, ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται ως «προστάτης των τραπεζών» και της διευκόλυνσης των επιχειρηματικών ομίλων με τραπεζική ρευστότητα.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο ορόεδρός του, Αλ. Τσίπρας έδωσε τις προάλλες και νέα διαπιστευτήρια στο κεφάλαιο, «διευκρινίζοντας» ότι η υλοποίηση της πρότασής τους για τα «κόκκινα» δάνεια θα συναρτηθεί με το συνολικό θέμα που αφορά στο τι θα γίνει με το τραπεζικό σύστημα στη χώρα. Δηλαδή, με απλά λόγια,
φούμαρα οι υποσχέσεις περί «σεισάχθειας». Αυτό, με τη σειρά του, συνδέεται με τα γενικότερα ζητήματα του κεφαλαίου, με τις ανάγκες χρηματοδότησης των επιχειρηματικών ομίλων, για την οποία ο ΣΕΒ έχει επισημάνει πως «απαιτείται συντονισμένη δράση, ώστε η αύξηση της ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών να οδηγήσει κεφάλαια στη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας και να υπάρξει αποτελεσματική διαχείριση των προβληματικών δανείων»...
Σε κάθε περίπτωση, οι ρυθμίσεις που προτείνονται για τα «κόκκινα χρέη» έχουν ως κριτήριο πώς θα γίνουν βιώσιμα, δηλαδή πώς θα μπορούν να αποπληρωθούν, ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι τράπεζες θα πάρουν τα χρήματά τους. Θυμίζουμε ότι οι ίδιοι οι τραπεζίτες εξέφραζαν επιφυλάξεις σχετικά με το ενδεχόμενο απελευθέρωσης των πλειστηριασμών, γιατί το κύριο ζήτημα για τις τράπεζες είναι πώς θα εξασφαλιστεί η αποπληρωμή των χρεών και όχι η συγκέντρωση τίτλων ιδιοκτησίας σε συνθήκες μάλιστα που η αγορά ακινήτων ασθμαίνει.
Πρέπει να θυμίσουμε ότι οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ που είχαν παρουσιαστεί πριν από λίγους μήνες για ρύθμιση των χρεών των οφειλετών περιλάμβαναν όρους που στην πραγματικότητα θα σήμαινε μνημόνιο και επιτήρηση για κάθε εργατική - λαϊκή οικογένεια που θα έμπαινε στις ρυθμίσεις.
Την ίδια ώρα, ο ΣΥΡΙΖΑ για λογαριασμό των ελληνικών επιχειρηματικών ομίλων, αγωνιά για την εφαρμογή των πρόσθετων μέτρων «νομισματικής χαλάρωσης», που ετοιμάζεται να εφαρμόσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, με την ελπίδα να πάρουν μπροστά η καπιταλιστική οικονομία και τα επιχειρηματικά κέρδη. «Γιατί έχει καθυστερήσει δραματικά να λάβει αποτελεσματικά μέτρα για την αντιμετώπιση του αποπληθωρισμού και τη στήριξη της ανάπτυξης στην ΕΕ, όπως άλλωστε προβλέπεται και στο Καταστατικό της;», είναι η σχετική Ερώτηση που απηύθυνε προς τον επικεφαλής της ΕΚΤ Μ. Ντράγκι, ο ευρωβουλευτής της αξιωματικής αντιπολίτευσης Δ. Παπαδημούλης...
Το πόσο «ριζοσπαστικές» και «φιλολαϊκές» είναι οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται και από το γεγονός ότι μοιάζουν σαν δυο σταγόνες νερό με τις παρεμβάσεις των κυρίαρχων τμημάτων της ελληνικής αστικής τάξης. Είναι ολοφάνερο πλέον το γεγονός ότι συμπλέουν ακόμη και σε σημείο απόλυτης ταύτισης, σε ό,τι αφορά τα στρατηγικού χαρακτήρα ζητήματα, όπως είναι η ολοκλήρωση της «τραπεζικής ένωσης» στο πλαίσιο της Ευρωζώνης, στον επιτελικό ρόλο που έχει να διαδραματίσει η ΕΚΤ (και εταίρος της τρόικας) γύρω από τη σωτηρία του «κοινού νομίσματος» και των καπιταλιστικών οικονομιών της ΕΕ.
Από τα περί της «εθνικοποίησης» των τραπεζών και τις «καταγγελίες» για τα κρατικά πακέτα ενίσχυσης και από τις θέσεις για τη «σεισάχθεια» στα «κόκκινα» δάνεια, μέσα από μια διαδικασία αλλεπάλληλων αναπροσαρμογών και αναδιπλώσεων, ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται ως «προστάτης των τραπεζών» και της διευκόλυνσης των επιχειρηματικών ομίλων με τραπεζική ρευστότητα.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο ορόεδρός του, Αλ. Τσίπρας έδωσε τις προάλλες και νέα διαπιστευτήρια στο κεφάλαιο, «διευκρινίζοντας» ότι η υλοποίηση της πρότασής τους για τα «κόκκινα» δάνεια θα συναρτηθεί με το συνολικό θέμα που αφορά στο τι θα γίνει με το τραπεζικό σύστημα στη χώρα. Δηλαδή, με απλά λόγια,
φούμαρα οι υποσχέσεις περί «σεισάχθειας». Αυτό, με τη σειρά του, συνδέεται με τα γενικότερα ζητήματα του κεφαλαίου, με τις ανάγκες χρηματοδότησης των επιχειρηματικών ομίλων, για την οποία ο ΣΕΒ έχει επισημάνει πως «απαιτείται συντονισμένη δράση, ώστε η αύξηση της ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών να οδηγήσει κεφάλαια στη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας και να υπάρξει αποτελεσματική διαχείριση των προβληματικών δανείων»...
Σε κάθε περίπτωση, οι ρυθμίσεις που προτείνονται για τα «κόκκινα χρέη» έχουν ως κριτήριο πώς θα γίνουν βιώσιμα, δηλαδή πώς θα μπορούν να αποπληρωθούν, ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι τράπεζες θα πάρουν τα χρήματά τους. Θυμίζουμε ότι οι ίδιοι οι τραπεζίτες εξέφραζαν επιφυλάξεις σχετικά με το ενδεχόμενο απελευθέρωσης των πλειστηριασμών, γιατί το κύριο ζήτημα για τις τράπεζες είναι πώς θα εξασφαλιστεί η αποπληρωμή των χρεών και όχι η συγκέντρωση τίτλων ιδιοκτησίας σε συνθήκες μάλιστα που η αγορά ακινήτων ασθμαίνει.
Πρέπει να θυμίσουμε ότι οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ που είχαν παρουσιαστεί πριν από λίγους μήνες για ρύθμιση των χρεών των οφειλετών περιλάμβαναν όρους που στην πραγματικότητα θα σήμαινε μνημόνιο και επιτήρηση για κάθε εργατική - λαϊκή οικογένεια που θα έμπαινε στις ρυθμίσεις.
Την ίδια ώρα, ο ΣΥΡΙΖΑ για λογαριασμό των ελληνικών επιχειρηματικών ομίλων, αγωνιά για την εφαρμογή των πρόσθετων μέτρων «νομισματικής χαλάρωσης», που ετοιμάζεται να εφαρμόσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, με την ελπίδα να πάρουν μπροστά η καπιταλιστική οικονομία και τα επιχειρηματικά κέρδη. «Γιατί έχει καθυστερήσει δραματικά να λάβει αποτελεσματικά μέτρα για την αντιμετώπιση του αποπληθωρισμού και τη στήριξη της ανάπτυξης στην ΕΕ, όπως άλλωστε προβλέπεται και στο Καταστατικό της;», είναι η σχετική Ερώτηση που απηύθυνε προς τον επικεφαλής της ΕΚΤ Μ. Ντράγκι, ο ευρωβουλευτής της αξιωματικής αντιπολίτευσης Δ. Παπαδημούλης...
Το πόσο «ριζοσπαστικές» και «φιλολαϊκές» είναι οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται και από το γεγονός ότι μοιάζουν σαν δυο σταγόνες νερό με τις παρεμβάσεις των κυρίαρχων τμημάτων της ελληνικής αστικής τάξης. Είναι ολοφάνερο πλέον το γεγονός ότι συμπλέουν ακόμη και σε σημείο απόλυτης ταύτισης, σε ό,τι αφορά τα στρατηγικού χαρακτήρα ζητήματα, όπως είναι η ολοκλήρωση της «τραπεζικής ένωσης» στο πλαίσιο της Ευρωζώνης, στον επιτελικό ρόλο που έχει να διαδραματίσει η ΕΚΤ (και εταίρος της τρόικας) γύρω από τη σωτηρία του «κοινού νομίσματος» και των καπιταλιστικών οικονομιών της ΕΕ.