Αναδημοσίευση από fadomduck
1. Η πιο μεγάλη προσφορά του Ν. Ζαχαριάδη συνίσταται ακριβώς σε εκείνο που μέχρι σήμερα δέχεται την οξύτερη επίθεση αστών και οπορτουνιστών: Στη δημιουργία και δράση του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ), του κορυφαίου γεγονότος στην ιστορία της ταξικής πάλης στην Ελλάδα κατά τον 20ό αιώνα.
Φυσικά, με άλλη ταξική ματιά έχουν αντιμετωπίσει τον ΔΣΕ οι αστοί και οι οπορτουνιστές. Έγραψε σχετικά ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης:
«Το τραγικό λάθος του ΚΚΕ στις εκλογές εκείνες ήταν χωρίς αμφιβολία η επιλογή της αποχής. Ασφαλώς σε σχέση με τα προσδοκώμενα εκλογικά αποτελέσματα, το κλίμα και οι συνθήκες θα βάρυναν κατά ένα ποσοστό εις βάρος του αν είχε αποφασίσει να συμμετάσχει. Ομως είναι βέβαιο ότι θα είχε σε κάθε περίπτωση ισχυρή παρουσία στο Κοινοβούλιο -πιθανώς 100 από τους 354 βουλευτές- η ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος θα απέτρεπε τον αιματηρό εμφύλιο που ακολούθησε και θα οδηγούσε πολύ ταχύτερα στην εθνική συμφιλίωση»5.
Στο ίδιο πνεύμα κινήθηκε μετά την αποστασία του από το ΚΚΕ και ο Γρηγόρης Φαράκος.
Εγραψε: «Οι πολιτικές ηγεσίες όλων των πολιτικών παρατάξεων δεν κατάφεραν να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων. Να θέσουν πάνω από τα παραταξιακά ή ατομικά τους συμφέροντα, τα συμφέροντα του τόπου. […] Εδειξαν όμως πλήρη ανωριμότητα και ανεπάρκεια, κλασσική ανικανότητα να χειριστούν τα πολιτικά πράγματα. Τελικά, ταύτιζαν την έξοδο από τις δύσκολες και περίπλοκες καταστάσεις που αντιμετώπιζε η χώρα με την απόλυτη μονοπωλιακή κατάκτηση της εξουσίας με κάθε μέσο και με την ένοπλη βία»6.
Είναι πλήρης εδώ η συνειδητή παραγνώριση της επαναστατικής κατάστασης που είχε διαμορφωθεί τότε στην Ελλάδα, του βαθμού όξυνσης των κοινωνικοπολιτικών αντιθέσεων και του δίκαιου χαρακτήρα που είχε ο αγώνας του ΔΣΕ. Το αστικό κράτος, που είχε κλονιστεί συθέμελα στα χρόνια της Κατοχής, ανασυγκροτήθηκε μετά από αυτήν και όλος ο αστικός πολιτικός κόσμος, «γερμανόφιλοι και αγγλόφιλοι», συνασπίστηκε και μαζί με τις βρετανικές (στη συνέχεια με τις αμερικανικές) δυνάμεις επιδίωξε με κάθε μέσο τη ριζική ανατροπή του συσχετισμού δυνάμεων (καταδίωξη χιλιάδων ΕΑΜιτών και ΕΛΑΣιτών που είχαν βγει στα βουνά, φυλακίσεις, εκτοπίσεις, δολοφονίες κλπ.). Η ταξική πάλη έχει αντικειμενική βάση, οι αντιθέσεις είναι ασυμφιλίωτες και δεν ορίζονται από κάποια δήθεν ωριμότητα ή ανωριμότητα χειρισμού τους.
Την επιλογή της ένοπλης πάλης 1946-1949 πολλοί οπορτουνιστές την αποδίδουν σε πάθη και υποκειμενικές επιδιώξεις του Ν. Ζαχαριάδη. Ενας από αυτούς έγραψε για το Ν. Ζαχαριάδη με αντιεπιστημονικό τρόπο και με χυδαιότητες:
«Οπως και εκ των υστέρων αποδείχτηκε, ο άνθρωπος αυτός με μια αχαλίνωτη φιλοδοξία και με τον εγωκεντρικό του χαρακτήρα […] Αυτός ο τόσο φιλόδοξος και μεγαλομανής ηγέτης δεν μπορούσε να συμβιβαστεί με το γεγονός ότι το κόμμα με ηγέτη τον Σιάντο […] έγινε η πιο μεγάλη πολιτική δύναμη στη χώρα […] Στη σκέψη του θα στροβιλίζει το απόφθεγμα του Θεμιστοκλή: “Ουκ εά με καθεύδειν το του Μιλτιάδου τρόπαιον”»7.
Το παραπάνω βιβλίο προλογίζει ο Λεωνίδας Κύρκος, ο οποίος έγραψε γι’ αυτό: «…είναι μια συγκλονιστική ανάλυση των φοβερών ευθυνών του Ν.Ζ. και της τυχοδιωκτικής διαχείρισης, από τη μεριά του, του τρομερού Εμφύλιου πολέμου…»8.
Παρά την καθυστέρηση στη γενίκευση της ένοπλης πάλης, παρά τις αντιφάσεις της στρατηγικής του ΚΚΕ που συντελούσαν να αναπτύσσεται η ένοπλη πάλη με την αυταπάτη του μέσου πίεσης για ομαλή δημοκρατική πορεία, ο ένοπλος αγώνας του ΔΣΕ μπορούσε υπό προϋποθέσεις να είχε νικηφόρο τέλος. Ταυτόχρονα η επιλογή διεξαγωγής του διέσωσε την τιμή της εργατικής τάξης και του ΚΚΕ. Αποτέλεσε σημαντική έκφραση εκπλήρωσης του διεθνιστικού του καθήκοντος και άφησε επαναστατικές παρακαταθήκες μεγάλου ιστορικού βάθους. Εξήντα δύο χρόνια απ’ το τέλος του συνεχίζει να εμπνέει και να διαπαιδαγωγεί τις νέες γενιές.
Έχει σημασία ότι η απόφαση της 2ης Ολομέλειας της ΚΕ (12 Φλεβάρη 1946) για την έναρξη της ένοπλης πάλης συνδέεται χρονικά και πολιτικά με την αποχή του ΕΑΜ από τις βουλευτικές εκλογές της 31ης Μάρτη 1946, για τις οποίες η υπόδειξη της ηγεσίας του ΠΚΚ (Μπ.) και άλλων ΚΚ προς το ΚΚΕ ήταν να πάρει μέρος σε αυτές. Ο Ν. Ζαχαριάδης διαφώνησε με τη συγκεκριμένη υπόδειξη, ενεργώντας διαφορετικά. Και καλώς έπραξε. Βεβαίως έπρεπε το ΚΚΕ να εντάξει το χειρισμό της αποχής σε στρατηγική για την εργατική εξουσία και ολόπλευρη προετοιμασία έγκαιρης διεξαγωγής του ένοπλου αγώνα.
2. Βασικό συστατικό στοιχείο της προσφοράς του Ν. Ζαχαριάδη ήταν η αξιοσημείωτη προσπάθειά του, από τον τελευταίο χρόνο του ΔΣΕ, να υπερβεί το ΚΚΕ τη στρατηγική των σταδίων και να καθορίσει ως σοσιαλιστικό το χαρακτήρα της επανάστασης στην Ελλάδα.
Υπάρχει το ερώτημα, αν ο Ν. Ζαχαριάδης πίστευε σε βάθος στην ορθότητα της στρατηγικής της αστικοδημοκρατικής επανάστασης ή αν την υλοποιούσε, υπερθεματίζοντας επιπλέον, στη βάση της κομματικής πειθαρχίας, όπως η τελευταία είχε διαμορφωθεί στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα από την ΚΔ.
Το θέμα δεν είναι του παρόντος, αλλά ας σημειωθεί εδώ η μαρτυρία του Φρανς Ζούπκα, μέλους της ΚΕ του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας, συγκρατούμενου του Ν. Ζαχαριάδη στο Νταχάου:
«Θυμάμαι, με πολλή περηφάνια μιλούσε πάντα για τους αγώνες των Ελλήνων ανταρτών και τους έθετε πάνω από όλους. Ηταν πεπεισμένος ότι στην Ελλάδα η εργατική τάξη είναι ικανή μόνη της να νικήσει και ότι στην Ελλάδα μετά την ήττα του φασισμού μπορεί να γίνει μόνο δικτατορία του προλεταριάτου. Δεν θεωρούσε σαν αναγκαίο και ούτε πίστευε στη δυνατότητα δημιουργίας πλατειού αντιφασιστικού μετώπου όλων των προοδευτικών δυνάμεων»9.
Η μαρτυρία του Φρανς Ζούπκα δεν είναι η μοναδική. Το ίδιο έχουν σημειώσει μια σειρά στελέχη του ΚΚΕ την προπολεμική και τη μεταπολεμική περίοδο, ανεξάρτητα από τον αρνητικό χαρακτήρα της υπόμνησής τους. Πάντως δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο ότι ο αστικοδημοκρατικός χαρακτήρας της επανάστασης στην Ελλάδα καθορίστηκε από την 6η Ολομέλεια της ΚΕ (1934) έξι χρόνια μετά από το 6ο Συνέδριο της ΚΔ (1928) που κατέτασσε την Ελλάδα στις χώρες μέσου επιπέδου καπιταλιστικής ανάπτυξης και αποφάσισε ότι σ’ αυτές η επανάσταση θα ήταν αστικοδημοκρατική με ένα λίγο-πολύ γρήγορο πέρασμα της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε σοσιαλιστική. Βεβαίως το 6ο Συνέδριο προέβλεπε για κάποιες χώρες από τις παραπάνω ότι:
«…είναι δυνατοί τύποι προλεταριακών επαναστάσεων, που έχουν όμως να εκπληρώσουνε καθήκοντα αστικοδημοκρατικού χαρακτήρα σε μεγάλη έκταση. […] Εκεί όπου αναπτύσσεται άμεσα η επανάσταση σαν προλεταριακή επανάσταση, προϋποθέτει την καθοδήγηση του πλατειού αγροτικού κινήματος απ’ το προλεταριάτο»10.
Το όλο θέμα χρειάζεται βεβαίως διερεύνηση και ασφαλώς προσφυγή σε αρχεία της περιόδου, συνυπολογίζοντας και τη διαπάλη που υπήρχε στην ΚΔ σχετικά με το χαρακτήρα της επανάστασης στις βαλκανικές χώρες. Ωστόσο, ας σημειωθεί ότι ο Ν. Ζαχαριάδης είχε εκλεγεί Γραμματέας της ΚΕ από το Νοέμβρη του 1931. Μέχρι και το Γενάρη του 1934, οπότε έγινε η 6η Ολομέλεια, η στρατηγική του ΚΚΕ παρέμενε η ίδια που είχε καθορίσει η 3η Ολομέλεια της ΚΕ (28-31 Γενάρη 1930). Στην απόφαση της 3ης Ολομέλειας είχαν σημαντική συμβολή οι Γιώργης Σιάντος, Κώστας Θέος, Μήτσος Παπαρήγας κ.ά.
3. Στην προσφορά του Ν. Ζαχαριάδη πρέπει αναμφίβολα να συμπεριληφθεί η αταλάντευτη στάση του στη δημιουργία και ανάπτυξη των κομματικών οργανώσεων του ΚΚΕ στην Ελλάδα σε οποιεσδήποτε συνθήκες. Αυτή η προσήλωσή του δεν αδυνάτισε παρά τα φοβερά μέτρα καταστολής του αστικού κράτους. Σε συνδυασμό με την κομματική οικοδόμηση προσπαθούσε οι κομμουνιστές να αναπτύξουν την επαναστατική επαγρύπνηση, τη συμβολή στην περιφρούρηση του ΚΚΕ, την αξιοποίηση και της παραμικρής νόμιμης δυνατότητας στις τότε συνθήκες.
Στο Δοκίμιο κατέχει ξεχωριστή θέση η θεμελίωση της ανάγκης, άρα και η σημασία, της οικοδόμησης γερών κομματικών οργανώσεων σε οποιεσδήποτε συνθήκες. Επικροτείται η προσήλωση της τότε καθοδήγησης του ΚΚΕ σε αυτή την κατεύθυνση, την οποία σηματοδότησαν βασικές ολομέλειες της ΚΕ στην ηρωική προσπάθεια του Κόμματος να ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις του μετά το 1949. Η 7η Ολομέλεια (1950) επισήμανε χαρακτηριστικά:
«Αποστολή της παράνομης Κομματικής Οργάνωσης σήμερα είναι να εξασφαλίζει κάτω και απ’ τις πιο δύσκολες συνθήκες γερή σύνδεση του Κόμματος με την εργατική τάξη και τ’ άλλα λαϊκά στρώματα. Να διαφωτίζει και να κινητοποιεί τις μάζες πάνω στη γραμμή του Κόμματος για να την κάνει πράξη. Πρέπει να εξασφαλίζουμε αφοσιωμένους ως το θάνατο αγωνιστές προπάντων στους βασικούς κρίκους της κομματικής διάρθρωσης, με γνώσεις και πείρα παράνομης δουλειάς»11.
Στις δυσκολίες που δημιουργούσε η εκτός νόμου θέση του Κόμματος συμπεριλαμβάνονται και οι οπορτουνιστικές πιέσεις από πλατιές λαϊκές δυνάμεις ως αποτέλεσμα των διώξεων και της τρομοκρατίας, καθώς και η ηττοπάθεια, την ίδια ώρα που η καπιταλιστική ανασυγκρότηση προχωρούσε και νέα μικροαστικά στρώματα έρχονταν να προστεθούν στη μεγάλη μάζα των ήδη υπαρχόντων. Οι πιέσεις επιδρούσαν και σε κομματικά στελέχη, όπως ιδιαίτερα φάνηκε και στην υποψηφιότητα του Νίκου Μπελογιάννη (εκλογές 9ης Σεπτέμβρη 1951), οπότε υπήρξαν διαφωνίες και από κομματικά στελέχη να είναι υποψήφιος βουλευτής.
Την οπορτουνιστική αντίληψη εκείνης της περιόδου για τις παράνομες οργανώσεις του ΚΚΕ εξέφρασε ανάγλυφα πολλά χρόνια αργότερα ο Λεωνίδας Τζεφρώνης που ήρθε στην Ελλάδα το 1952 για να αναλάβει την καθοδήγησή τους. Αφηγήθηκε σε συνομιλία του:
«- Τι κάνανε αυτά τα οργανωμένα μέλη;
- (Τζεφρώνης): Αυτό είναι το ζήτημα. Τι κάνανε… Το ένα πράγμα που κάναμε ήταν “κριτική στην ΕΔΑ” διότι ήταν διάχυτη στο ΚΚΕ η ιδέα ότι η ΕΔΑ είναι μια αριστερή οργάνωση, με πολλές αναθεωρητικές και οπορτουνιστικές τάσεις. […] Η δική μας δουλειά ήταν να βγάζουμε καμιά προκήρυξη. Το κάναμε πότε-πότε, αλλά ποιος τις έπιανε στα χέρια του; Κι όταν τις έβλεπε κολλημένες στον τοίχο άλλαζε δρόμο. Σκορπούσαμε κάτω κανένα τρικ, μα κανένας δεν τα άγγιζε. Βγάζαμε πού και πού τον παράνομο “Ριζοσπάστη”, αλλά τι να γράψεις στο “Ριζοσπάστη” , όταν η “Αυγή” δημοσίευε τα πάντα, από ειδήσεις για το κομμουνιστικό κίνημα μέχρι θεωρητικά άρθρα, ντοκουμέντα του ΚΚΕ κλπ. Ολη αυτή η ιστορία με την αποστολή παράνομων στην Ελλάδα ήταν εντελώς χωρίς νόημα. Ούτε πολιτική δουλειά μπορούσε να κάνει ο παράνομος, ούτε συνδικαλιστική, ούτε άλλο μαζικό φορέα να κινήσει. Απλώς έκοβε έναν κόσμο από την ΕΔΑ»12.
Η αντίληψη του Λ. Τζεφρώνη και άλλων στελεχών του δεξιού αναθεωρητισμού, που συγκρότησαν αργότερα το «ΚΚΕ εσωτερικού», δεν εξέφραζε την ανάγκη αξιοποίησης των νόμιμων δυνατοτήτων, όπως ισχυρίζεται ο οπορτουνισμός. Συνιστούσε στάση υποταγής στους κανόνες της αστικής νομιμότητας, με αντάλλαγμα την αποκήρυξη της αυτοτέλειας του ΚΚΕ.
Αντίθετα, η απόφαση της ΚΕ (12 Απρίλη 1954) εφιστούσε την προσοχή του Κόμματος στα εξής καθήκοντα:
«Πιο μαζική στρατολογία στο Κόμμα με πιο αυστηρή εφαρμογή των κομματικών κανόνων. […] Πιο στενή, αδιάρρηκτη σύνδεση με το λαό […] να στρέψουν οι κομμουνιστές την κύρια προσοχή τους πρώτ’ απ’ όλα στα συνδικάτα, μα και σ’ όλες, δίχως εξαίρεση, τις κάθε λογής μαζικές οργανώσεις, στις πόλεις και στα χωριά…»13.
Στη βάση της προσήλωσης στην κομματική οικοδόμηση πρέπει να τονιστεί και η ορθότητα της απόφασης να ενισχύεται η καθοδήγηση των παράνομων κομματικών οργανώσεων με την αποστολή στελεχών από την πολιτική προσφυγιά.
Ο Ν.Ζαχαριάδης στην Τασκένδη
4. Ο Ν. Ζαχαριάδης αντιστάθηκε με όλες τις δυνάμεις του στην πίεση που ασκούσαν στο ΚΚΕ δυνάμεις από τα ηγετικά κλιμάκια του ΚΚΣΕ και -σε συνεργασία με αυτές- ο οπορτουνιστικός φραξιονισμός που αναπτυσσόταν μέσα στο ΚΚΕ. Υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική η στάση του Ν. Ζαχαριάδη και του ΠΓ της ΚΕ στα γεγονότα της Τασκένδης και στην 5η Ολομέλεια της ΚΕ (26-28 Δεκέμβρη 1955). Βεβαίως η αντίστασή του είχε αρχίσει πολύ νωρίτερα, ενώ συνδεόταν και με την υπεράσπιση της κομματικής τιμής του που αμφισβητούνταν από τις αρχές του 1950.
Σε αυτό το πλαίσιο εξετάζεται από το Δοκίμιο και η διεξαγωγή της 3ης Συνδιάσκεψης του ΚΚΕ (10-14 Οκτώβρη 1950). Ηταν μία διαδικασία παραπέρα μαχητικοποίησης και συσπείρωσης των μελών του Κόμματος για την υπεράσπισή του από τον οπορτουνισμό. Ακριβώς αυτή η προσπάθεια πριν, στη διάρκεια και μετά την 3η Συνδιάσκεψη καταγγέλθηκε ως «ανώμαλο εσωκομματικό καθεστώς», που δήθεν επέβαλε ο Ν. Ζαχαριάδης στο ΚΚΕ. Η ίδια η 3η Συνδιάσκεψη έχει διασυρθεί από την οπορτουνιστική ιστοριογραφία όσο κανένα άλλο κομματικό σώμα, αξιοποιώντας λαθεμένες αποφάσεις της για στελέχη του Κόμματος (Σιάντος, Καραγιώργης κ.ά.). Η ίδια αξιοποίηση έγινε για την επίσης λαθεμένη στη συνέχεια απόφαση σχετικά με το Νίκο Πλουμπίδη.
Η στάση του Ν. Ζαχαριάδη στα γεγονότα της Τασκένδης, καθώς και μετά από την 6η και την 7η Ολομέλεια (1956 και 1957 αντίστοιχα) επικρίθηκε από τη νέα ηγεσία του ΚΚΕ ως αντισοβιετική και χαρακτηρίστηκε στάση εχθρικού στοιχείου, ισχυρισμός που δεν είχε την παραμικρή υπόσταση.
Η στάση του Ν. Ζαχαριάδη δεν ήταν μια εύκολη υπόθεση, με δεδομένο ότι χιλιάδες μέλη και στελέχη του ΚΚΕ και του ΔΣΕ βρίσκονταν μαζί με τα παιδιά τους φιλοξενούμενοι σε χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Στο Αρχείο του ΚΚΕ βρέθηκε σημαντική επιστολή του Ν. Ζαχαριάδη προς την ΚΕ του ΚΚΣΕ (30 Δεκέμβρη 1956), απόσπασμα της οποίας δημοσιεύεται στο Δοκίμιο. Στην επιστολή περιγράφονται γεγονότα που ακολούθησαν την 5η Ολομέλεια της ΚΕ, του 1955:
«Με έσειραν απευθείας από τη συνεδρίαση του XX Συνεδρίου του ΚΚΣΕ (ακόμα δεν ήξερα απολύτως τίποτα) όπου έπαιρνα μέρος σαν μέλος της αντιπροσωπείας του ΚΚΕ και με οδήγησαν στην επιτροπή των αντιπροσώπων των πέντε αδελφών Κομμάτων. Με έσειραν για να με δικάσουν και να με καταδικάσουν. Και με δίκασαν και με καταδίκασαν χωρίς το ΚΚΕ και χωρίς το λαό της Ελλάδας που ήμουνα αγωνιστής του πάνω από τριάντα χρόνια»14.
Απόσπασμα από άρθρο του Μ.Μαΐλη στην ΚΟΜΕΠ Νο2/2012